Καταβασίαι Χριστουγέννων

Η ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΕΙΚΟΝΑΣ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ.

Ωδή α΄. Χριστὸς γεννᾶται, δοξάσατε· Χριστὸς ἐξ οὐρανῶν, ἀπαντήσατε· Χριστὸς ἐπὶ γῆς, ὑψώθητε· ᾄσατε τῷ Κυρίῳ πᾶσα ἡ γῆ καὶ ἐν εὐφροσύνῃ ἀνυμνήσατε, λαοί, ὅτι δεδόξασται.
Ὁ Χριστός γεννιέται· δοξάστε Τον! Ὁ Χριστός κατεβαίνει ἀπό τούς οὐρανούς· προϋπαντῆστε Τον! Ὁ Χριστός φανερώνεται πάνω στή γῆ· ὑψωθεῖτε πάνω ἀπό τά γήινα! Δοξολογῆστε τόν Κύριο ὅλοι οἱ κάτοικοι τῆς γῆς καί ἀνυμνῆστε Τον μέ χαρά, τά διάφορα ἔθνη, γιατί ’ναι δοξασμένος.

 

Ὠδὴ γ΄. Τῷ πρὸ τῶν αἰώνων ἐκ Πατρὸς γεννηθέντι ἀῤῥεύστως Υἱῷ καὶ ἐπ’ ἐσχάτων ἐκ Παρθένου σαρκωθέντι ἀσπόρως Χριστῷ τῷ Θεῷ βοήσωμεν· Ὁ ἀνυψώσας τὸ κέρας ἡμῶν ἅγιος εἶ, Κύριε.
Στόν Υἱό πού γεννήθηκε ἀπό τόν Πατέρα ἀπαθῶς, προτοῦ νά ὑπάρξει χρόνος, καί τελευταῖα σαρκώθηκε ἀπό τήν Παρθένο χωρίς ἀνδρικό σπέρμα, στόν Χριστό καί Θεό ἄς φωνάξουμε δυνατά: Σύ, Κύριε, πού μᾶς δυνάμωσες καί μᾶς δόξασες εἶσαι ὁ μόνος ἅγιος!

Ὠδὴ δ΄. ῾Ράβδος ἐκ τῆς ῥίζης Ἰεσσαὶ καὶ ἄνθος ἐξ αὐτῆς, Χριστέ, ἐκ τῆς Παρθένου ἀνεβλάστησας· ἐξ ὄρους ὁ αἰνετὸς κατασκίου δασέος ἦλθες σαρκωθεὶς ἐξ ἀπειράνδρου ὁ ἄϋλος καὶ Θεός· δόξα τῇ δυνάμει σου, Κύριε.
Χριστέ, βλάστησες ἀπό τήν Παρθένο σάν λουλούδι ἀπό τό κλαδί, πού προῆλθε ἀπό τή ρίζα τοῦ Ἰεσσαί· ὁ ἄυλος Θεός, τόν ὁποῖο ὑμνοῦν τά πάντα, ἦρθες στόν κόσμο, παίρνοντας σάρκα ἀπό τήν Παρθένο πού δέν γνώρισε ἄνδρα, σάν ἀπό πυκνόφυτο καί σκιερό βουνό. Δόξα, λοιπόν, ἁρμόζει στή δύναμή Σου, Κύριε.

Ὠδὴ ε΄. Θεὸς ὢν εἰρήνης, Πατὴρ οἰκτιρμῶν, τῆς μεγάλης Βουλῆς σου τὸν Ἄγγελον εἰρήνην παρεχόμενον ἀπέστειλας ἡμῖν· ὅθεν θεογνωσίας πρὸς φῶς ὁδηγηθέντες, ἐκ νυκτὸς ὀρθρίζοντες δοξολογοῦμέν σε, Φιλάνθρωπε.
Κύριε, ὄντας Θεός τῆς εἰρήνης καί φιλεύσπλαχνος Πατέρας, μᾶς ἔστειλες τόν Ἀγγελιαφόρο τῆς μεγάλης Βουλῆς σου γιά νά μᾶς παρέχει τήν εἰρήνη. Γι’ αὐτό, Φιλάνθρωπε, κι ἐμεῖς πού ὁδηγηθήκαμε στό φῶς τῆς θεογνωσίας, ξυπνώντας νωρίς μές στή νύχτα, Σέ δοξολογοῦμε.

Ὠδὴ ς΄. Σπλάγχνων Ἰωνᾶν ἔμβρυον ἀπήμεσεν ἐνάλιος θήρ, οἷον ἐδέξατο· τῇ Παρθένῳ δὲ ἐνοικήσας ὁ Λόγος καὶ σάρκα λαβὼν διελήλυθε φυλάξας ἀδιάφθορον· ἧς γὰρ οὐχ ὑπέστη ῥεύσεως, τὴν τεκοῦσαν κατέσχεν ἀπήμαντον.
Τό θαλάσσιο κῆτος ἀπέβαλε σάν ἔμβρυο τόν Ἰωνᾶ ἀπό τήν κοιλιά του, ὅπως ἀκριβῶς τόν δέχτηκε. Ἀλλά καί ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, πού κατοίκησε κι ἔλαβε σῶμα στήν κοιλιά τῆς Παρθένου, πέρασε μέσα ἀπ’ αὐτήν καί τήν διατήρησε ἄθικτη. Διότι, καθώς δέν γεννήθηκε ἀπό ρεύση, διαφύλαξε ἀβλαβή αὐτήν πού τόν γέννησε.

Ὠδὴ ζ΄. Οἱ παῖδες εὐσεβείᾳ συντραφέντες δυσσεβοῦς προστάγματος καταφρονήσαντες, πυρὸς ἀπειλὴν οὐκ ἐπτοήθησαν, ἀλλ’ ἐν μέσῳ τῆς φλογὸς ἑστῶτες ἔψαλλον· Ὁ τῶν πατέρων Θεὸς εὐλογητὸς εἶ.
Οἱ τρεῖς νέοι πού ἀνατράφηκαν μέ εὐσέβεια καταφρόνησαν τή βλάσφημη διαταγή καί δέν φοβήθηκαν τήν ἀπειλή τῆς φωτιᾶς. Ἀντίθετα, εὑρισκόμενοι μές στό ἀναμμένο καμίνι, ἔψαλλαν: Ὁ Θεός τῶν Πατέρων μας εἶσαι δοξασμένος!

Ὠδὴ η΄. Θαύματος ὑπερφυοῦς ἡ δροσοβόλος ἐξεικόνισε κάμινος τύπον· οὐ γὰρ οὓς ἐδέξατο φλέγει νέους, ὡς οὐδὲ πῦρ τῆς θεότητος Παρθένου ἣν ὑπέδη νηδύν. Διὸ ἀνυμνοῦντες ἀναμέλψωμεν· εὐλογείτω ἡ κτίσις πᾶσα τὸν Κύριον, καὶ ὑπερυψούτω εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.
Τό καμίνι πού ἐξέπεμπε δροσιά ἦταν τύπος πού προεικόνιζε ἕνα παράδοξο θαῦμα. Διότι ὅπως αὐτό δέν ἔκαψε τούς νέους πού δέχτηκε μέσα του, ἔτσι δέν ἔκαψε τό πῦρ τῆς Θεότητος τήν κοιλία τῆς Παρθένου στήν ὁποία εἰσῆλθε. Γι’ αὐτό κι ἐμεῖς ἄς ψάλουμε μέ ὕμνους: Ὁλάκερη ἡ κτίση ἄς δοξάζει τόν Κύριο κι ἄς τόν ὑπερυψώνει σέ ὅλους τούς αἰῶνες.

Ὠδὴ θ΄. Μυστήριον ξένον ὁρῶ καὶ παράδοξον! οὐρανὸν τὸ σπήλαιον· θρόνον χερουβικὸν τὴν Παρθένον· τὴν φάτνην χωρίον, ἐν ᾧ ἀνεκλίθη ὁ ἀχώρητος, Χριστὸς ὁ Θεός, ὃν ἀνυμνοῦντες μεγαλύνομεν.
Βλέπω ἕνα γεγονός μυστηριῶδες, ἐκπληκτικό καί θαυμαστό! Τό σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ νά γίνεται οὐρανό, ἡ Παρθένος Μαρία χερουβικός θρόνος. Καί ἡ φάτνη τοῦ σπηλαίου ὁ τόπος, ὅπου ξάπλωσε αὐτός πού τίποτε στόν κόσμο δέν μπορεῖ [νά τόν χωρέσει, δηλαδή ὁ Χριστός καί Θεός, τόν ὁποῖο οἱ πιστοί ὑμνολογώντας μεγαλύνουμε.

[Συμεών (Μητρ. Νέας Σμύρνης), Ἀφθαρσίας πηγή: Καταβασίες Δεσποτικῶν καί Θεομη­το­ρικῶν ἑορτῶν, Κείμενο – μετάφραση – σχόλια (Ἀθήνα: Ἐν πλῷ, 2009), σσ. 127-146].

Συνεχίστε την ανάγνωση

Ὁ νοῦς καὶ ἡ θέληση τοῦ ἀνθρώπου

(Ἀρχιμ. Κυρίλλου Κωστοπούλου, Ἱεροκήρυκος Ἱ. Μ. Πατρῶν. Δρος Θεολογίας)

Ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου, ὅπως ὅλοι γνωρίζουμε καὶ κυρίως οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, εἶναι ὁ ὀφθαλμὸς τῆς ψυχῆς, ὁ ὁποῖος, κατὰ τὴν Νηπτικὴ Πατερικὴ διδασκαλία, ὁρᾶ τὸν Δημιουργό του Θεό. Εἶναι ἡ ἐνέργεια ἐκείνη τῆς ψυχῆς, μέσῳ τῆς ὁποίας ὁ ἄνθρωπος ἀποκτᾶ τὴν ἐμπειρία τῆς Θεανθρώπινης πορείας καὶ ζωῆς. Αὐτὴ ἡ ἐμπειρία διατυπώνεται καὶ ἐκφράζεται μέσῳ τῆς λογικῆς. Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς μᾶς τὸ λέει καθαρά: «Ὥσπερ γὰρ ὀφθαλμὸς ἐν σώματι, οὕτως ἐν ψυχῇ νοῦς» (Ἔκδ. ἀκρ. ὀρθ. πίστ., 26,48). Ὁ δὲ Ὅσιος Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος μᾶς ὁμιλεῖ γιὰ «τὸν ἡγεμόνα νοῦν τὸν ὁρῶντα τὸν Θεόν» (Ὁμ. Κ´, 54).

Αὐτός, λοιπόν, ὁ ὀφθαλμὸς τῆς ψυχῆς μολύνεται ἀπὸ τὰ μικρόβια τῆς ἁμαρτίας, τῆς παρακοῆς στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἐνῶ σκοπός του εἶναι νὰ κρατᾶ τὴ ἡνία τῶν λογισμῶν, ἀμαυροῦται καὶ γίνεται δέσμιος τῆς ἁμαρτίας, χωρὶς νὰ ἠμπορῇ πλέον νὰ βοηθήσῃ τὸν ἄνθρωπο στὸ νὰ ἀγαπήσῃ τὸν Δημιουργό του Θεὸ καὶ νὰ μνημονεύῃ συνεχῶς τὸ Ὄνομά Του, παντοῦ καὶ πάντοτε.

Συνεχίστε την ανάγνωση

Η θεραπεία του δαιμονισμένου

(Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς)

«Και ελθόντι αυτώ εις το πέραν εις την χώραν των Γεργεσηνών, υπήντησαν αυτώ δύο δαιμονιζόμενοι εκ των μνημείων εξερχόμενοι, χαλεποί λίαν, ώστε μη ισχύειν τινά παρελθείν διά της οδού εκείνης» (Ματθ. κη’ 28).

Τα Γέργεσα και τα Γάδαρα ήταν δυο πόλεις ειδωλολατρικές, στην απώτερη ακτή της θάλασσας της Γαλιλαίας. Ήταν δυο από τις δέκα πόλεις που βρί­σκονταν στα παράλια αυτά. Σύμφωνα με όσα αναφέρουν οι ευαγγελιστές Μάρκος και Λουκάς, τα Γάδαρα αναφέρονται αντί για τα Γέργεσα. Αυτό σημαίνει πως οι δυο πόλεις πρέπει να βρίσκονταν πολύ κοντά η μια στην άλλη και πως το περιστατικό που αναφέρουν πρέπει να έγινε κάπου ανάμεσα στις δυο.

Οι ευαγγελιστές αναφέρουν έναν τρελό άνθρωπο, ενώ ο Ματθαίος μιλάει για δύο. Οι πρώτοι ευαγγελι­στές αναφέρουν τον ένα από τους δύο, που φαίνεται πως ήταν χειρότερος από τον άλλο και τον έτρεμε όλη η περιοχή. Ο Ματθαίος τους αναφέρει και τους δύο, επειδή και τους δύο θεράπευσε ο Κύριος. Το ότι ο ένας από τους δύο ήταν πιο γνωστός από τον άλλον, φαίνεται από την περιγραφή του Λουκά, που λέει πως ο τρελός αυτός καταγόταν από την πόλη («υπήντησεν αυτώ ανήρ τις εκ της πόλεως», Λουκ. η’ 9). Σαν ντόπιο λοιπόν πρέπει να τον γνώριζαν καλύτερα από τον άλλον, που μάλλον καταγόταν από κάποιο χωριό. Από τα λόγια του Λουκά επίσης συμπεραίνουμε πως είχε δαιμόνια εκ χρόνων ικανών. Αυτό σημαίνει πως ήταν άρρωστος από χρόνια και γι’ αυτό το λόγο τον ήξερε όλη η περιοχή. Το ότι ήταν πολύ πιο άρρωστος και φρενιασμένος από τον άλλον, προκύπτει από αυτά που μας λέει ο Λουκάς, πως «εδεσμείτο αλύσεσι και πέδαις φυλασσόμενος, και διαρρήσσων τα δεσμά ηλαύνετο υπό του δαίμονος εις τας ερήμους» (Λουκ. η’ 29). Αυτός είναι ο λόγος που οι δύο ευαγγελιστές αναφέρουν μόνο τον ένα δαιμονιζόμενο, αν και ήταν δύο. Πολύ συχνά κάνουμε το ίδιο και μεις σήμερα όταν αναφέρουμε κάποιο περιστατικό και αναφέρουμε για παράδειγμα μόνο τον αρχηγό μιας συμμορίας ληστών που συλλήφθηκαν. Όταν συλλήφθηκε ολόκληρη η συμ­μορία με τον αρχηγό της λέμε πως ένας ληστής έτσι κι έτσι, αρχηγός των υπόλοιπων ληστών, πιάστηκε. Το ίδιο κάνουν κι οι ευαγγελιστές. Όπως ο Μάρκος κι ο Λουκάς συμπληρώνουν την αφήγηση του Ματθαίου σε μια λεπτομέρεια, έτσι κάνει κι ο Ματθαίος στο Μάρκο και το Λουκά σε άλλες περιπτώσεις. Παράδειγμα το περιστατικό με τους δύο δαιμονιζόμενους.

Συνεχίστε την ανάγνωση

Η ΧΑΡΗ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΜΑΣ

Αρχιμ. Κυρίλλου Κωστοπούλου Ιεροκήρυκος Ι. Μ. Πατρών / Δρος Θεολογίας

Εκείνοι που χρειάζονται στήριγμα είναι οι πιστοί, διότι από την αρχή του Χριστιανισμού μέχρι σήμερα βάλλεται η πίστη τους, αφού παρουσιάζονται κατά καιρούς διάφοροι αιρετικοί, οι οποίοι διαστρεβλώνουν την αλήθεια την αποκεκαλυμμένη, αφαιρώντας και προσθέτοντας σε αυτήν. Αυτοί αντιμάχονται την Ορθόδοξο πίστη μας, αμφισβητούν την Τριαδικότητα του Θεού και την Θεότητα του Ιησού Χριστού, δεν αποδέχονται το αειπάρθενον της Θεοτόκου και την Καθολική και Αποστολική Εκκλησία που είναι η Ορθόδοξος Εκκλησία.

Εκτός, όμως, από τον πιο πάνω λόγο, η πίστη του ανθρώπου κλονίζεται και από τις θλίψεις, τις προερχόμενες από τις παντός είδους αντιξοότητες. Η θλίψη κυκλώνει πανταχόθεν τον άνθρωπο καθώς μετά την έξοδό του απὸ τον παράδεισο, βρίσκεται μέσα στον χώρο της φθοράς και του θανάτου. Έτσι η ψυχή του θλίβεται καθημερινώς και ανά πάσα στιγμή βιώνει την αίσθηση της απουσίας της χαράς και της πληρότητος. Αυτό ημπορεί να συμβαίνη τόσο από εσωτερικούς όσο και από εξωτερικούς παράγοντες.

Έσωτερικές αιτίες είναι τα πάθη και οι παρακοές προς το θέλημα του Θεού που, όσο κι αν δεν θέλη να το παραδεχθή ο άνθρωπος, τον κατακερματίζουν ως προσωπικότητα, τον αποσυντονίζουν από την πορεία του, με αποτέλεσμα να οδηγήται στην θλίψη, την αθυμία, την απογοήτευση.

Εξωτερικοί παράγοντες είναι όλα όσα προέρχονται εκ των έξω, χωρίς να θέλη η να τα προκαλή ο ίδιος ο άνθρωπος, όπως είναι οι συκοφαντίες, οι κατατρεγμοί, οι ασθένειες και τα όμοια.

Αλήθεια, τέτοια θλίψη δεν προκαλεί σήμερα στον άνθρωπο η πανδημία που επικρατεί στην ανθρωπότητα με όλα τα παρεπόμενά της; Στήριγμα δεν χρειάζεται ο άνθρωπος, ώστε να μην κλονισθή η πίστη του προς τον Δημιουργόν του Θεό, με όλα τα δεινά που του συμβαίνουν;

Για τους πιο πάνω λόγους έρχεται η Παρθένος και Θεοτόκος να μας στηρίξη τόσο στην Ορθόδοξο πίστη μας όσο και στον καθημερινό αγώνα μας. Και τούτο διότι η Παναγία μας είναι «ουρανός» και «γη αγαθή» και «όρος αλατόμητον» και «άρουρα βλαστάνουσα ιλασμούς». Την ακούομε, ωστόσο, να μας λέγη: «Εγώ θα σας στηρίζω στη πίστη και στην όλη ζωή σας, εσείς, όμως, Αυτού ακούετε, να υπακούετε σε όσα σας έχει πει ο Υιός μου».

Επομένως, εὰν ακούσωμε ό,τι μας έχει ορίσει ο Υιός της, τότε θα ασκούμεθα καθημερινώς, θα αγωνιζώμεθα με την Μυστηριακή ζωή, την καθαρα εξομολόγηση, την προσευχή, την αγιοπνευματική μελέτη, ώστε να καθιστούμε στέρεη την πίστη μας και να ημπορούμε αφ᾽ ενός να απομακρυνώμαστε από την αμαρτία, αφ᾽ ετέρου να καθαρίζουμε την καρδία μας, δηλαδή τον εσωτερικό μας κόσμο, από τα πάθη και τις αμαρτίες μας, έχοντας κατ᾽ αυτόν τον τρόπο ως εδραίωμα αμετάστατο την Ορθόδοξο πίστη και την αρετή.

Είναι σημαντικό, ωστόσο, να υπογραμμίσουμε ότι όταν οι πιστοί ζητούν τις πρεσβείες της Θεοτόκου για την σωτηρία τους δεν ζητούν κάποιο είδος νομικής μεσιτείας, αλλά το δικό της ζωοποιό θέλημα μαζί με την αγάπη της για την επίτευξη της σωτηρία τους.

Η Παρθένος Μαρία είναι η κοινή Μητέρα όλων των Χριστιανών, των γεγενημένων και αναγεννημένων εν Πνεύματι Αγίω. Και τούτο διότι είναι η Μητέρα του Θεανθρώπου Κυρίου. Κάθε κτίσμα, σύνολη η Δημιουργία, ευρίσκει στο πρόσωπό της την πύλη της «όντως ζωής», την πύλη του ουρανού. Επομένως, μόνο μέσω της Θεοτόκου πορεύεται ο άνθρωπος προς την ουράνια Βασιλεία του Τριαδικού Θεού. Γι᾽ αυτό και «επ᾽ αυτή χαίρει πάσα η κτίσις, Αγγέλων το σύστημα και ανθρώπων το γένος».

Παρακαλούμε, λοιπόν, την Θεοτόκο να μας στηρίζη στην πίστη μας προς τον Θεάνθρωπο Κύριο και Υιό της και εκ δευτέρου στην Θεανθρώπινη αλήθεια έναντι των εχθρών της και του Υιού της και έναντι των επισυμβαινομένων θλίψεων. Και όταν παρακαλούμε την Θεοτόκο Μαρία, οφείλουμε να συμπεριλαμβάνουμε και την δική μας προσπάθεια, για να επιτευχθή αυτό το οποίο ζητούμε.

 

Συνεχίστε την ανάγνωση

Οι Άγιοι δώδεκα Απόστολοι

30/6: Σύναξη των Αγίων Δώδεκα Αποστόλων - Χρόνια πολλά στους εορτάζοντες!

Στον κατάλογο των Δώδεκα μαθητών και αποστόλων του Χριστού περιέχονται τα ονόματα: Ανδρέας ό πρωτόκλητος, και ό αδελφός του Σίμων, πού επονομάστηκε και Πέτρος, Ιάκωβος και Ιωάννης (παιδιά του Ζεβεδαίου), Φίλιππος και Βαρθολομαίος (ή Ναθαναήλ), Θωμάς και Ματθαίος (ή Λευΐ) ό τελώνης, Ιάκωβος του Άλφαίου και Λεββαΐος (ή Θαδδαϊος), Σίμων ό Κανανίτης και Ιούδας ό Ισκαριώτης (βλέπε Ματθ. 10, 2-4. Μάρκ. 3, 15-19. Λουκ. 6, 14. Πράξ. 1,13).
Ό αριθμός Δώδεκα όπως οι δώδεκα γιοί του Ιακώβ συμβολίζει τούς πνευματικούς αρχηγούς του νέου Ισραήλ, δηλαδή του χριστιανισμού, διότι αυτοί μετέδωσαν στην ανθρωπότητα το Ευαγγέλιο της εν Χριστώ απολυτρώσεως. Τόσο σημαντικός μάλιστα θεωρήθηκε ό αριθμός Δώδεκα, ώστε όταν ό Ιούδας ό Ισκαριώτης πρόδωσε τον Κύριο και μεταμεληθείς… άπελθών άπήγξατο (Ματθ. 27, 3-5), οι έντεκα μαθητές αναπλήρωσαν το κενό με την εκλογή, διά κλήρου, του Ματθία, ό όποιος και προστέθηκε στους έντεκα αποστόλους (Πράξ. 1, 26).
Κάποιες μικροδιαφορές ως προς τα ονόματα μερικών αποστόλων οφείλονται στο γεγονός ότι οι Ιουδαίοι συνήθιζαν τα δύο ονόματα, οπότε σε ορισμένους καταλόγους αναφέρεται το ένα και σε άλλους το δεύτερο. Έτσι, για παράδειγμα, αντί Ναθαναήλ μνημονεύεται το Βαρθολομαίος, αντί Θαδδαϊος το Ιούδας του Ιακώβου.
Έκτος, βέβαια, από τούς Δώδεκα ό Κύριος είχε επιλέξει και άλλους συνεργάτες και κήρυκες του θείου λόγου, οι όποιοι όμως δεν άφησαν τα πάντα για να τον ακολουθήσουν. Τον συνόδευαν κατά διαστήματα και ενίοτε Εκείνος τούς ανέθετε το έργο να προπαρασκευάσουν το έδαφος στα μέρη απ’ όπου επρόκειτο να περάσει και να διδάξει το λαό. Έτσι ό ευαγγελιστής Λουκάς αναφέρει: …ό Κύριος διάλεξε και άλλους εβδομήντα μαθητές, πού τούς έστειλε δύο πριν απ’ αυτόν, σε κάθε πόλη και τόπο πού επρόκειτο να επισκεφθεί.» Ό θερισμός είναι πολύς», τούς έλεγε, «οι εργάτες όμως λίγοι» (10, 1-12).
Και άλλοι υπήρξαν μαθητές και απόστολοι του Χρίστου, όπως ό Βαρνάβας, ό Λουκάς, ό Ανδρόνικος και ή ‘Ιουνία (οι επίσημοι εν τοις άποστόλοις, Ρωμ. 16, 7), ενώ και ό μέγας Παύλος υπήρξε απόστολος ουκ άπ’ ανθρώπων, ουδέ δι άνθρωπου, άλλά δι’ Ιησού Χριστού και Θεού πατρός (Γαλ. 1, 1).Όταν όμως λέμε «οι απόστολοι του Χρίστου» εννοούμε κυρίως τούς Δώδεκα.
Άς επισημανθεί, επίσης, ότι τρεις από τούς αποστόλους, οι Πέτρος, Ιάκωβος και Ιωάννης, αποτελούσαν το στενότερο κύκλο γύρω από το Χριστό, όπως εξιστορούν τα ιερά Ευαγγέλια: Σε εξαιρετικές περιπτώσεις μόνον αυτοί συνόδευαν τον Κύριο (κατά τη Μεταμόρφωση του στο όρος Θαβώρ, στην ανάσταση της κόρης του Ίαείρου, στον κήπο της Γεθσημανή κλπ.).

Συνεχίστε την ανάγνωση