Ο Μακάριος ούτος Εθνοϊερομάρτυς καταγόταν από τό μικρό χωριό Ζουμπάτα Πατρών και εγεννήθη τό 1750 από ευσεβείς γονείς, τόν Κανέλλο και τή Μαλάμω.
Οι γονείς του καλλιέργησαν στήν ψυχή τού μικρού παιδιού τους πρωτίστως τήν ευσέβεια και τήν πίστη στόν Κύριό μας και τή χωρίς όρους και όρια αγάπη του στήν αγιωτάτη Εκκλησία μας και στήν υπόδουλη και βασανισμένη πατρίδα μας. Διακρινόταν από μικρός γιά τήν ευφυία του και τό αποφασιστικό τού χαρακτήρος του αλλά και γιά τή φιλομάθειά του και τή σοβαρότητα τών σκέψεών του, τών λόγων του και τών ενεργειών του.
Ως έφηβος πόθησε όσο τίποτα άλλο τήν ελευθερία τής υποδουλωμένης στούς Αγαρηνούς βαρβάρους πατρίδα του, αλλά και τή μοναχική ζωή, πιστεύοντας ότι μέ τήν απερίσπαστη και αδιάλειπτη προσευχή του θά ενίσχυε τούς κατατρεγμένους και συνεχώς δοκιμαζόμενους συμπατριώτες του, ώστε νά μήν αποκάμουν, μέχρι νά έλθει τό «ποθούμενο».
Πληροφορούνταν γιά τίς θυσίες τών κληρικών και τά μαρτύριά τους τού δημιουργούσαν συγκίνηση μέχρι δακρύων αλλά και τού τροφοδοτούσαν τήν επιθυμία τής μιμήσεως αυτών.
Νωρίς έγινε μοναχός στή Μονή τού Αγίου Αθανασίου στά Φίλια Καλαβρύτων. Στολισμένος μέ πολλά χαρίσματα, όπως η εργατικότητα, η υπακοή, η φιλομάθεια και η καθαρότητα τής ζωής του απεστάλη γιά σπουδές στίς καλύτερες σχολές πού λειτουργούσαν τότε και μάλιστα στή Δημητσάνα και στό Ναύπλιο και έπειτα στή Μεγάλη τού Γένους Σχολή στήν Κωνσταντινούπολη. Γιά τήν άριστη διαγωγή του και τήν ολοκληρωμένη και χαρισματική προσωπικότητά του ο Οικουμενικός Πατριάρχης Σωφρόνιος Β΄ (1774-1780) τόν καλεί νά εργασθεί στό Πατριαρχείο και τόν ξεχωρίζει μεταξύ άλλων πολύτιμων συνεργατών του.