Κυριακή ΙΑ Λουκά. Παραβολή του Μεγάλου Δείπνου. Των Αγίων Προπατόρων. Των Αγίων Μαρτύρων Ευστρατίου, Αυξεντίου, Ευγενίου, Μαδραρίου και Ορέστου. Της Αγίας Παρθενομάρτυρος Λουκίας.
Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Λουκά ΙΔ’, 16-24
ἄνθρωπός τις ἐποίησε δεῖπνον μέγα καὶ ἐκάλεσε πολλούς· καὶ ἀπέστειλε τὸν δοῦλον αὐτοῦ τῇ ὥρᾳ τοῦ δείπνου εἰπεῖν τοῖς κεκλημένοις· ἔρχεσθε, ὅτι ἤδη ἕτοιμά ἐστι πάντα. καὶ ἤρξαντο ἀπὸ μιᾶς παραιτεῖσθαι πάντες. ὁ πρῶτος εἶπεν αὐτῷ· ἀγρὸν ἠγόρασα, καὶ ἔχω ἀνάγκην ἐξελθεῖν καὶ ἰδεῖν αὐτόν· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. καὶ ἕτερος εἶπε· ζεύγη βοῶν ἠγόρασα πέντε, καὶ πορεύομαι δοκιμάσαι αὐτά· ἐρωτῶ σε, ἔχε με παρῃτημένον. καὶ ἕτερος εἶπε· γυναῖκα ἔγημα, καὶ διὰ τοῦτο οὐ δύναμαι ἐλθεῖν. καὶ παραγενόμενος ὁ δοῦλος ἐκεῖνος ἀπήγγειλε τῷ κυρίῳ αὐτοῦ ταῦτα. τότε ὀργισθεὶς ὁ οἰκοδεσπότης εἶπε τῷ δούλῳ αὐτοῦ· ἔξελθε ταχέως εἰς τὰς πλατείας καὶ ρύμας τῆς πόλεως, καὶ τοὺς πτωχοὺς καὶ ἀναπήρους καὶ χωλοὺς καὶ τυφλοὺς εἰσάγαγε ὧδε. καὶ εἶπεν ὁ δοῦλος· κύριε, γέγονεν ὡς ἐπέταξας, καὶ ἔτι τόπος ἐστί. καὶ εἶπεν ὁ κύριος πρὸς τὸν δοῦλον· ἔξελθε εἰς τὰς ὁδοὺς καὶ φραγμοὺς καὶ ἀνάγκασον εἰσελθεῖν, ἵνα γεμισθῇ ὁ οἶκος μου. λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων τῶν κεκλημένων γεύσεταί μου τοῦ δείπνου.
================
1. Ο Δεσπότης που προσκαλεί στο Δείπνο είναι ο Θεός. Οι προσκαλούμενοι είναι όλοι οι άνθρωποι χωρίς καμιά εξαίρεση. Δείπνο είναι η Βασιλεία του Θεού, δηλαδή, εκεί όπου ο άνθρωπος συμμετέχει και κοινωνεί στη ζωή και στη δόξα του Θεού. Συνήθως οι άνθρωποι βρίσκουν διάφορες δικαιολογίες για να αρνηθούν την πρόσκληση του Θεού στο μεγάλο Δείπνο της Βασιλείας του. Οι καλεσμένοι απάντησαν στον οικοδεσπότη με τα ίδια σχεδόν λόγια: «Σε παρακαλώ άφησε με ήσυχο και βγάλε με από την υποχρέωση».
2. Η δικαιολογία του πρώτου ήταν: «αγόρασα χωράφι και έχω πολλές δουλειές και σκοτούρες». Ο άνθρωπος αυτός αντιπροσωπεύει όλους εκείνους, που θέλουν να έχουν όσο μπορούν περισσότερα υλικά αγαθά. Η πλεονεξία δεν τους αφήνει να φροντίσουν και για το χωράφι της ψυχής τους. Το αφήνουν ακαλλιέργητο και τελικά πνίγεται στα χορτάρια και τα πολλά ζιζάνια.
Ο δεύτερος απάντησε: « Αγόρασα πέντε ζευγάρια βόδια και πάω να τα δοκιμάσω». Αυτός αντιπροσωπεύει τους ανθρώπους εκείνους που ασχολούνται μόνο με το εμπόριο και τις επιχειρήσεις. Είναι πολύ απασχολημένοι με τις εργασίες τους και δεν έχουν καθόλου χρόνο να φροντίσουν για την ψυχή τους και τη σωτηρία τους.
Ο τρίτος απάντησε: « Έκαμα το γάμο μου και γι’ αυτό δεν μπορώ να έλθω». Εδώ ανήκουν όλοι οι άνθρωποι, που είναι πνιγμένοι με τις οικογενειακές ανάγκες και φροντίδες. Προσπαθούν να αποκτήσουν όσο το δυνατό περισσότερα υλικά αγαθά για τα παιδιά τους. Τελικά όμως αρνούνται τη συμμετοχή τους στο τραπέζι της Βασιλείας του Θεού.
5. Η απόφαση του οικοδεσπότη είναι τρομερή. Μας βεβαιώνει ο Κύριος πως κανένας από αυτούς, δε θα πάρει μέρος στη Βασιλεία του γιατί αρνήθηκαν την πρόσκληση. Ο διάβολος θέλει να μας χωρίσει από το Θεό. Γι’ αυτό και μας βάζει ένα σωρό δικαιολογίες στο μυαλό. Εύκολα μπορούμε να δικαιολογηθούμε, γιατί δεν πάμε στην εκκλησία, δεν εξομολογούμαστε, δεν κοινωνάμε, δεν προσευχόμαστε. Ο Χριστός μας προσκαλεί όμως κάθε μέρα και ώρα. Μας προσκαλεί να επικοινωνούμε μαζί του με την προσευχή. Γι’ αυτό και δεν πρέπει να παραμελούμε τις ώρες της προσευχής μας. Να παρακαλούμε το Θεό στο «Πάτερ ημών» να έλθει η Βασιλεία του στις καρδιές όλων των ανθρώπων και επομένως και στις δικές μας. Ο Κύριος επίσης μας προσκαλεί να πάρουμε μέρος στο μεγάλο Δείπνο της Εκκλησίας, που είναι το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας. Πρέπει να ετοιμαζόμαστε με πολύ προσοχή, με πίστη και μετάνοια για να παίρνουμε μέσα μας το Σώμα και το Αίμα του Χριστού μας. Η συμμετοχή μας στο κυριακάτικο Δείπνο της θείας Κοινωνίας δείχνει την επιθυμία μας να βρεθούμε στην αιώνια Βασιλεία του Θεού.
================
Ἀποστολικό Ἀνάγνωσμα τῶν Προπατόρων (ΚΘ΄ Κυριακῆς): Κολασ. γ΄ 4-11
Ἀδελφοί, ὅταν ὁ Χριστὸς φανερωθῇ, ἡ ζωὴ ἡμῶν, τότε καὶ ὑμεῖς σὺν αὐτῷ φανερωθήσεσθε ἐν δόξῃ. Νεκρώσατε οὖν τὰ μέλη ὑμῶν τὰ ἐπὶ τῆς γῆς, πορνείαν, ἀκαθαρσίαν, πάθος, ἐπιθυμίαν κακήν, καὶ τὴν πλεονεξίαν, ἥτις ἐστὶν εἰδωλολατρία, δι᾿ ἃ ἔρχεται ἡ ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῆς ἀπειθείας, ἐν οἷς καὶ ὑμεῖς περιεπατήσατέ ποτε, ὅτε ἐζῆτε ἐν αὐτοῖς· νυνὶ δὲ ἀπόθεσθε καὶ ὑμεῖς τὰ πάντα, ὀργήν, θυμόν, κακίαν, βλασφημίαν, αἰσχρολογίαν ἐκ τοῦ στόματος ὑμῶν· μὴ ψεύδεσθε εἰς ἀλλήλους, ἀπεκδυσάμενοι τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον σὺν ταῖς πράξεσιν αὐτοῦ καὶ ἐνδυσάμενοι τὸν νέον τὸν ἀνακαινούμενον εἰς ἐπίγνωσιν κατ᾿ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν, ὅπου οὐκ ἔνι Ἕλλην καὶ Ἰουδαῖος, περιτομὴ καὶ ἀκροβυστία, βάρβαρος, Σκύθης, δοῦλος, ἐλεύθερος, ἀλλὰ τὰ πάντα καὶ ἐν πᾶσι Χριστός.