«Ὧ Κωνσταντίνου κλειτὸν ἕδος μεγάλου. ὁπλοτέρη Ῥώμη, τόσσον προσφέρουσα πολήων, ὁσσάτιον γαίης οὐρανὸς ἀστερόεις» ( Γρηγ. Θεολ. ποίημ. 1′)
==================
Τοῦ Στεφάνου Καρανίκα, καθηγητοῦ Θεολόγου
Τό 1451 πεθαίνει ὁ Μουράτ Β’ καί τόν διαδέχεται ὁ Μωάμεθ Β’, ὁ ἐπονομαζόμενος καί Πορθητής, ἀφοῦ πρῶτα ἐξόντωσε κάθε ὑποψήφιο διεκδικητή τοῦ θρόνου τοῦ πατέρα του. Ἀπό τήν πρώτη κιόλας στιγμή ἐπιδόθηκε σέ συνεχεῖς προετοιμασίες γιά τήν ἐπίτευξη τοῦ πιό σημαντικοῦ του στόχου: τήν κατάληψη τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ἀρχικά ἔσπευσε νά κτίσει ἕνα ἰσχυρό φρούριο στό στενότερο σημεῖο τῆς εὐρωπαϊκῆς πλευρᾶς τοῦ Βοσπόρου, τό Ρούμελη Χισάρ ἤ ἀλλιῶς ¨Λαιμοκοπίη¨. Μέ αὐτόν τόν τρόπο ἔκοβε κάθε πρόσβαση στήν Πόλη ἀπό τήν θάλασσα.
Ἔπειτα παρήγγειλε στόν Οὖγγρο μηχανικό Οὐρβανό τήν κατασκευή πυροβόλων γιά τήν πολιορκία τῆς Πόλεως. Τέλος, γιά νά ἀποφευχθεῖ κάθε πιθανή ἀποστολή βοήθειας ἀπό τό Δεσποτᾶτο τοῦ Μυστρᾶ πρός τήν Πόλη, ὁ Μωάμεθ ἔστειλε τόν Τουραχάν μπέη νά λεηλατήσει τόν Μοριά. Στίς 7 Ἀπριλίου τοῦ 1453 ὁ Μωάμεθ ἐπικεφαλῆς ἄνω 150.000 ἀντρῶν ἔφθασε μπροστά στά τείχη τῆς Πόλεως, ἀρχίζοντας μέ αὐτόν τόν τρόπο τήν πολιορκία της, ἡ ὁποία κράτησε 57 ἡμέρες.
Ὁ Κωνσταντῖνος Παλαιολόγος, τελευταῖος Αὐτοκράτορας τοῦ Βυζαντίου, προσπάθησε νά ὀργανώσει ὅσο τό δυνατόν καλύτερα τήν ἄμυνα τῆς Πόλεως, ἐνισχύοντας τά τείχη, ἐμψυχώνοντας τούς ὑπερασπιστές της καί ζητώντας μάταια βοήθεια ἀπό τήν οὐσιαστικά ἀδιάφορη Δύση. Ἐκτός ἀπό τούς λιγοστούς ξένους μισθοφόρους καί τά ἀπόρθητα μέχρι τότε Θεοδοσιανά τείχη, ὁ Κωνσταντῖνος καί οἱ σύν αὐτῶ πολιορκούμενοι ἤλπιζαν στήν θαυμαστή ἐπέμβαση τῆς Θεοτόκου, μέ τή βοήθεια τῆς ὁποίας, ἡ Πόλη σώθηκε πολλές φορές στό παρελθόν.
Οἱ Τοῦρκοι ἀρχίζουν νά βομβαρδίζουν τά τείχη καθημερινά, ἐνῶ οἱ ὑπερασπιστές προσπαθοῦν νά τά ἐπιδιορθώσουν ὅπως μποροῦν καλύτερα. Ἦταν ἡ πρώτη πόλη στήν παγκόσμια ἱστορία πού βομβαρδίστηκε ἀπό βολές ὀργανωμένου πυροβολικοῦ. Ὑπολογίζεται πώς ἀπό τήν ἀρχή τῆς πολιορκίας τῆς Πόλης ἕως τήν ἅλωσή της τά τούρκικα πυροβόλα ἔριξαν στά τείχη 3.231 τόνους λίθινων βλημάτων!
Στίς 18 Ἀπριλίου οἱ Τοῦρκοι ἔκαναν τήν πρώτη τους ἔφοδο, ἡ ὁποία ἀποκρούστηκε μέ μεγάλες ἀπώλειες. Στίς 20 Ἀπριλίου ἕνας μικρός στολίσκος 4 πλοίων μέ ἐπικεφαλῆς τόν θαρραλέο Φλαντανελᾶ διέσπασαν τόν τούρκικο κλοιό καί εἰσῆλθαν στήν Πόλη μεταφέροντας τρόφιμα καί πολεμοφόδια. Στίς 22 Ἀπριλίου ὁ Μωάμεθ διέταξε τήν μεταφορά μέσω ξηρᾶς μέρους τοῦ στόλου του ἐντός τοῦ Κερατίου κόλπου, ἀποκόπτοντας ὁλοκληρωτικά τήν πόλη ἀπό τίς θαλάσσιες ὁδούς.
Ὁ βομβαρδισμός ἐντείνεται καθημερινά. Τά τείχη σωριάζονται οἱ ἀμυνόμενοι μέ μεγάλη δυσκολία ἀποκρούουν τίς τουρκικές ἐπιθέσεις, ἐνῶ ἡ πολυπόθητη βοήθεια ἀπό τούς «χριστιανούς» τῆς Δύσεως δέν ἔρχεται. Στίς 23 Μαΐου ὁ Μωάμεθ προτείνει τήν ὑπό ὅρους παράδοση τῆς Πόλεως. Ὁ Κωνσταντῖνος Παλαιολόγος, ὡς νέος Λεωνίδας, δίνει τήν ἱστορική ἀπάντηση, ἀντάξια ἑνός Βασιλέως μέ ἐπίγνωση τοῦ ρόλου καί τοῦ σκοποῦ τῆς ἐξουσίας του: «Τό δέ τήν πόλιν σοί δοῦναι, οὐτ’ ἐμόν ἐστιν οὐτ’ ἄλλου τῶν κατοικούντων ἐν ταύτη. Κοινῆ γάρ γνώμη πάντες αὐτοπροαιρέτως ἀποθανοῦμεν καί οὐ φεισόμεθα τῆς ζωῆς ἡμῶν».
Τελικά ὁ Μωάμεθ ἀποφασίζει ἡμέρα γενικῆς ἐπίθεσης ἀπό ξηρά καί θάλασσα τήν 29η Μαΐου 1453. Ὁ Κωνσταντῖνος ἀντιλαμβάνεται πώς ἡ κρισιμότερη μάχη πού θά κρίνει τήν σωτηρία τῆς Πόλεως πλησιάζει. Γι΄ αὐτό καί ἀποφασίζει νά πραγματοποιηθεῖ τήν παραμονή τῆς ἐπίθεσης Θεία Λειτουργία στόν ναό τῆς Ἁγίας Σοφίας, μέ καθολική συμμετοχή κλήρου καί λαοῦ σέ μία ὕστατη προσπάθεια σύμπνοιας καί ὁμόνοιας τοῦ διχασμένου λαοῦ. Ἤλπιζε πώς ἄν ὁ λαός ἐπιδείκνυε μετάνοια ἀπέναντι στόν Θεό ἡ νίκη θά ἔστεφε γιά μία ἀκόμη φορά τά ὅπλα τους. Ἐκεῖνος, ὡς πραγματικός ἥρωας, ζήτησε ἀπό ὅλους νά τόν συγχωρέσουν γιά τυχόν λάθη καί ἀδικίες πού προκάλεσε. Ἔπειτα κατευθύνθηκε πρός τήν πύλη τοῦ ἁγίου Ρωμανοῦ, τοῦ πιό εὐαίσθητου σημείου τῆς ἄμυνας.
Λίγο μετά τά μεσάνυχτα, ὁ Μωάμεθ στέλνει τό πρῶτο κῦμα ἐπίθεσης. Τά Τμήματα αὐτά τῶν ἀτάκτων ἀποσκοποῦσαν στήν καθήλωση καί ἀποδυνάμωση τῶν ἤδη ἐξαντλημένων ὑπερασπιστῶν. Μετά ἀπό πολύωρη τειχομαχία, οἱ ἐπιτιθέμενοι ἀποχωροῦν ἡττημένοι. Ὁ Μωάμεθ στέλνει τό δεύτερο κύμα ἐπίθεσης πού ἀποτελεῖται ἀπό πιό ὀργανωμένα καί ξεκούραστα τμήματα τά ὁποῖα ὅμως δέν πετυχαίνουν τίποτα περισσότερο ἀπό τούς ἀτάκτους. Παρόμοια τύχη εἶχε καί ἡ ἀπό θαλάσσης ἐπίθεση κατά τῆς Πόλεως. Ὁ Μωάμεθ ἀναγκάζεται νά στείλει τό τρίτο κῦμα ἐπίθεσης: Τά ἐπίλεκτα σώματα τῶν γενιτσάρων.
Οἱ ὑπερασπιστές, μέ τόν αὐτοκράτορα ἐπικεφαλῆς, ἀμύνονται λυσσαλέα, γνωρίζοντας ὅτι δέν ὑπάρχει ἐπιλογή ὑποχώρησης. Στό κρισιμότερο σημεῖο τῆς μάχης, τραυματίζεται ὁ ἐπικεφαλῆς τῶν ξένων μισθοφόρων καί ὅλης της ἀμυντικῆς γραμμῆς, ὁ Γενοβέζος κοντοτιέρος Ἰωάννης Ἰουστινιάνης καί μεταφέρεται ἀπό τούς συμπολεμιστές του στά μετόπισθεν. Οἱ ὑπόλοιποι μισθοφόροι βλέποντας τήν φυγή του, ἐγκαταλείπουν τή μάχη καί κατευθύνονται πρός τά πλοῖα γιά νά σωθοῦν.
«Ἑάλω ἡ Πόλις» ἦταν ἡ μοιραία κραυγή πού διαχέονταν στόν ἀέρα ἀπό στόμα σέ στόμα. Μάταια ὁ βασιλιᾶς προσπαθοῦσε νά ἀποτρέψει τήν τραγική αὐτή ἐξέλιξη. Οἱ Τοῦρκοι, λίγοι στήν ἀρχή τμηματικά ἀργότερα εἰσέρχονται ἀπό τά χαλάσματα τῶν τειχῶν συντρίβοντας κάθε ἀντίσταση καί ξεχύνονται μανιωδῶς πρός τήν Πόλη. Ὁ Κωνσταντῖνος Παλαιολόγος ἐπιτίθεται μέ τούς λιγοστούς πιστούς συντρόφους του πρός τούς εἰσερχόμενους Ὀθωμανούς καί βρίσκει ἡρωικό θάνατο ἄγνωστος μεταξύ ἀγνώστων.
Ἀμέσως μόλις ἔσπασε καί ἡ τελευταία ἀντίσταση στά τείχη, οἱ Τοῦρκοι ξεχύθηκαν στούς δρόμους μέ σκοπό τήν τριήμερη λαφυραγώγηση πού τούς εἶχε ὑποσχεθεῖ ὁ Μωάμεθ. Ὅ,τι ἀπέμεινε σέ πλοῦτο καί κάλος ἀπό τήν λεηλασία τοῦ 1204 ἀπό τούς σταυροφόρους λεηλατήθηκε ἀνηλεῶς ἀπό τούς Τούρκους. Ἡ Πόλη, πού στή μέγιστη ἀκμή τῆς εἶχε περίπου μισό ἑκατομμύριο κατοίκους, ἐρημώθηκε τελείως. Ἀμέτρητοι σκοτώθηκαν, χιλιάδες σύρθηκαν στά σκλαβοπάζαρα τῆς Ἀνατολῆς, ἐνῶ ὅσοι γλίτωσαν τήν ἐγκατέλειψαν. Ἐκκλησιές καί μοναστήρια βεβηλώθηκαν, σπίτια πυρπολήθηκαν, ἔργα τέχνης καί μνημεῖα καταστράφηκαν ὁλοσχερῶς.