«Καί τόν ρώτησαν οἱ μαθητές του: Διδάσκαλε, ποιός ἁμάρτησε, αὐτός ἤ οἱ γονεῖς του, γιά νά γεννηθεῖ τυφλός;» (Ἰωάν. θ΄ 2). Λίγο νωρίτερα ὁ Κύριος εἶχε θεραπεύσει τόν παραλυτικό στήν προβατική κολυμβήθρα καί τοῦ εἶχε πεῖ: «Ἀπό δῶ καί πέρα μήν ἁμαρτάνεις, γιά νά μήν πάθεις τίποτε χειρότερο» (Ἰωάν. ε΄ 14). Γίνεται φανερό ἀπό τά λόγια τοῦ Χριστοῦ πώς ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος, πού ἦταν τόσα πολλά χρόνια ἀνάπηρος, ἔφταιγε ὁ ἴδιος μέ τίς ἁμαρτίες του γιά τήν ἀρρώστια του. Ἡ περίπτωση τοῦ γεννημένου τυφλοῦ ὅμως ἦταν ἀσαφής καί γι’ αὐτό οἱ μαθητές ρώτησαν τόν Χριστό: «Ποιός ἁμάρτησε;»
Τό ὅτι ὁ Θεός ἐπιτρέπει μερικές φορές νά ὑποφέρουν τά παιδιά γιά τίς ἁμαρτίες τῶν γονιῶν τους, ἔχει κι αὐτό ξεκαθαριστεῖ ἀπό τήν Ἁγία Γραφή (Α΄Βασ. ια΄ 12, κα΄ 29). Αὐτό μπορεῖ νά φανεῖ ἄδικο μόνο σ’ ἐκείνους πού ἔχουν συνηθίσει νά θεωροῦν τούς ἀνθρώπους σάν ξεχωριστές ὀντότητες, σάν νά εἶναι τελείως ἀποκομμένοι ὁ ἕνας ἀπό τόν ἄλλον. Ὅποιος ὅμως θεωρεῖ τό ἀνθρώπινο γένος ὡς ἕναν ὀργανισμό, δέν θά τό λογαριάσει αὐτό οὔτε ἄδικο οὔτε ἀφύσικο.
Ὅταν ἕνα ἁμαρτωλό μέλος τραυματίζεται, τά ἄλλα μέλη πού δέν ἔχουν ἁμαρτήσει, ὑποφέρουν. Εἶναι πολύ πιό δύσκολο νά ἐξηγήσεις πῶς καί πότε μπορεῖ νά ἁμάρτησε ὁ ἄνθρωπος πού γεννήθηκε τυφλός, παρά νά ὁρίσεις τήν αἰτία τῆς τυφλότητας. Σάν ἁπλοί ἄνθρωποι οἱ ἀπόστολοι δέχτηκαν τή δεύτερη αὐτή ἐκδοχή, χωρίς νά σκεφτοῦν ἄν ὑπάρχει καί τρίτη. Σ’ αὐτούς φαινόταν πιό πιθανό στήν περίπτωση αὐτή ν’ ἁμάρτησαν οἱ γονεῖς τοῦ τυφλοῦ. Θυμήθηκαν ὅμως τά λόγια πού εἶπε ὁ Χριστός στόν παραλυτικό (μή ξαναμαρτήσεις), καί συνέδεσαν κατά κάποιο τρόπο τή μιά περίπτωση μέ τήν ἄλλη. Ἦταν σάν νά τοῦ ἔλεγαν: Ἦταν καθαρό σέ μᾶς τότε ἀπό τά ἴδια τά λόγια Σου, πώς ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος προκάλεσε μόνος του τήν ἀρρώστια. Μπορεῖ ὅμως νά ἰσχύει τό ἴδιο καί σ’ αὐτήν τήν περίπτωση; Ὁ τυφλός αὐτός ἄνθρωπος ἁμάρτησε ὁ ἴδιος ἤ ἁμάρτησαν οἱ γονεῖς του;
Ἄν ὁ Κύριος ἔκανε τή στιγμή αὐτή στούς μαθητές του τήν ἐρώτηση: «Πῶς νομίζετε πῶς θά μποροῦσε νά ἔχει ἁμαρτήσει γιά νά γεννηθεῖ τυφλός;», οἱ μαθητές Του θά βρίσκονταν σέ ἀμηχανία. Σάν τελευταῖο ἐπιχείρημα ἴσως ἐπικαλοῦνταν τήν κοινή ἁμαρτία τοῦ ἀνθρώπινου γένους ἀπό τήν ἁμαρτία τοῦ Ἀδάμ, ὅπως λέει ὁ Ψαλμωδός: «Ἰδού γάρ ἐν ἀνομίαις συνελήφθην καί ἐν ἁμαρτίαις ἐκίσσησέ με ἡ μήτηρ μου» (Ψαλμ. ν΄ 5).
Ἡ πιθανότητα ν’ ἀναφέρονταν οἱ μαθητές στό σκεπτικό ὁρισμένων γραμματέων καί φαρισαίων, πώς ἡ ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, προτοῦ γεννηθεῖ, εἶχε πιθανῶς ζήσει σέ κάποιο ἄλλο σῶμα καί πώς σ’ αὐτήν τήν προηγούμενη ζωή εἶχε ζήσει μέ τρόπο πού ἄξιζε ν’ ἀνταμειφθεῖ ἤ νά τιμωρηθεῖ σ’ αὐτήν τή ζωή, εἶναι πολύ μικρή. Αὐτή εἶναι μιά φιλοσοφική ὑπόθεση, πού δέν θά ἦταν δυνατό νά τήν ἤξεραν οἱ ἁπλοϊκοί καί πιστοί Γαλιλαῖοι ψαράδες.
Ὁ σοφός Διδάσκαλος ἀπάντησε στήν ἐρώτηση τῶν μαθητῶν: «Οὔτε αὐτός ἁμάρτησε οὔτε οἱ γονεῖς του, ἀλλά γιά νά φανερωθεῖ ἡ δύναμη τῶν ἔργων τοῦ Θεοῦ πάνω σ’ αὐτόν» (Ἰωάν. θ’2). Δηλαδή, ὅπως λέει ὁ ἱερός Χρυσόστομος: «ὅτι ἁμάρτησε αὐτός ἤ οἱ γονεῖς του, δέν εἶναι ἐδῶ ἡ αἰτία τῆς τυφλότητας».
Γιά τά βάσανα καί τίς ἀρρώστιες πού βρίσκουν τόν ἄνθρωπο στή γῆ, ἴσως ὑπάρχουν κι ἄλλες αἰτίες, ἐκτός ἀπό τίς ἁμαρτίες τοῦ ἴδιου ἤ τῶν γονιῶν του. Στήν περίπτωση τοῦ ἀνθρώπου πού γεννήθηκε τυφλός, ἡ αἰτία ἦταν «γιά νά φανερωθεῖ ἡ δύναμη τῶν ἔργων τοῦ Θεοῦ πάνω σ’ αὐτόν».
Εὐλογημένοι εἶναι ἐκεῖνοι πού πάνω τους φανερώνονται τά ἔργα τοῦ Θεοῦ, πού τά χρησιμοποιεῖ γιά τήν ψυχική τους σωτηρία. Εὐλογημένος εἶναι ὁ φτωχός ἄνθρωπος πού ὅταν τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ τόν κάνει πλούσιο καί διάσημο, ἐκεῖνος νιώθει καί δέχεται τό ἔλεός Του μέ εὐχαριστία. Εὐλογημένος εἶναι ὁ ἀπελπισμένος ἀνάπηρος πού ὁ Θεός τοῦ δίνει τήν ὑγεία του κι αὐτός ὑψώνει τήν καρδιά του στόν ἀθέατο Θεό, τό μοναδικό εὐεργέτη του.
Πόσο ὁρατά εἶναι κάθε μέρα στόν καθένα μας τά ἔργα τοῦ Θεοῦ! Τί χαρά νιώθουν ὅλοι ἐκεῖνοι πού μέσα ἀπό τά ἔργα αὐτά ὁ Θεός ἀνοίγει τήν πνευματική τους ὅραση γιά νά θεωροῦν τό Θεό! Ἀλίμονο σέ κείνους πού, ἐνῶ στά χέρια τούς ἀφθονοῦν τά δῶρα τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖνοι τοῦ γυρίζουν τήν πλάτη κι ἀκολουθοῦν σάν τυφλοί τούς σκοτεινούς καί ματαιόδοξους δρόμους τους. Τά ἔργα τοῦ Θεοῦ φανερώνονται σέ ὅλους μας κάθε μέρα, ἀφοῦ ὁ Θεός εἶναι μαζί μας κάθε μέρα καί ὥρα τῆς ἐπίγειας ζωῆς μας.
Τά ἔργα τοῦ Θεοῦ λειτουργοῦν γιά τή σωτηρία τοῦ κάθε ἀνθρώπου ξεχωριστά. Τά ἔργα τοῦ Θεοῦ στόν ἐκ γενετῆς τυφλό ὅμως συντελοῦν στή σωτηρία πολλῶν. Τά ἔργα αὐτά ἀποκάλυψαν πραγματικά πώς ὁ Θεός κατέβηκε στή γῆ, ἔζησε ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους. Τά ἔργα αὐτά φανέρωσαν πώς ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους ζοῦν περισσότεροι πνευματικά τυφλοί παρά σωματικά. Ἀποδείχτηκε ἐπίσης μέ τά ἔργα αὐτά πώς ἕνας συνετός ἄνθρωπος, πού ἔχει ἀπό τόν Θεό κάποιο σωματικό χάρισμα, θά τό χρησιμοποιήσει γιά νά ἐμπλουτίσει τήν ψυχή του μέ ἀληθινή πίστη.
Προβλέποντας ὅλους αὐτούς τούς καρπούς τῆς θεραπείας τοῦ ἐκ γενετῆς τυφλοῦ, ὁ Κύριος εἶπε ἱκανοποιημένος στούς μαθητές Του: «Οὔτε αὐτός ἁμάρτησε οὔτε οἱ γονεῖς του, ἀλλά γιά νά φανερωθεῖ ἡ δύναμη τῶν ἔργων τοῦ Θεοῦ πάνω σ’ αὐτόν». Ἦταν σάν νά ἤθελε νά πεῖ: Ἀφῆστε κατά μέρος τώρα τό ἐρώτημα γιά τό ποιός φταίει, ὁ ἴδιος ἤ ὁ πατέρας του. Δέν ἀξίζει ν’ ἀσχοληθοῦμε μ’ αὐτό αὐτή τή στιγμή. Ἄν ἁμάρτησε αὐτός καί οἱ γονεῖς του, μπορῶ αὐτή τή στιγμή νά τούς συγχωρήσω, νά πάρω τήν ἁμαρτία πάνω Μου καί νά τούς κηρύξω ἀθώους. Ὅλ’ αὐτά εἶναι δευτερεύοντα τώρα μπροστά σ’ ἐκεῖνο πού πρόκειται νά φανερωθεῖ. Καί τά ἔργα τοῦ Θεοῦ (ὄχι ἕνα ἀλλά πολλά) θά φανερωθοῦν μέ τόν ἄνθρωπο αὐτόν καί τό γεγονός αὐτό θά καταγραφεῖ στό εὐαγγέλιο, ὥστε νά λειτουργήσει γιά τή σωτηρία πολλῶν.
Πραγματικά, γιά τά χρόνια πού ὑπόφερε ὁ γεννημένος τυφλός ἄνθρωπος, θ’ ἀποζημιωθεῖ ἑκατονταπλασίονα. Κι ἡ ἀνταπόδοση πού δίνει ὁ Θεός σέ κείνους πού ὑπόφεραν γιά χάρη Του εἶναι αἰώνια, ἄφθαρτη. Ὁ Νικηφόρος, ἕνας σοφός σχολιαστής τοῦ εὐαγγελίου, λέει γιά τόν ἐκ γενετῆς τυφλό ἄνθρωπο: «Ὁ ἄνθρωπος πού γεννήθηκε τυφλός, πού δέν εἶχε καμιά ἰδέα γιά τό τί σημαίνει ὅραση, θά ἔνιωθε πολύ λιγότερη στενοχώρια ἀπό ἐκεῖνον πού κάποτε εἶχε τήν ὅρασή του κι ἔπειτα τήν ἔχασε. Ἦταν τυφλός κι ἀργότερα ἀποζημιώθηκε γι’ αὐτή τή μικρή καί σχεδόν ἀσήμαντη λύπη του. Καί ἔλαβε διπλή ὅραση: τή φυσική ἀπό τή μιά, μέ τήν ὁποία μποροῦσε νά βλέπει καί νά θαυμάζει τόν ὁρατό κόσμο γύρω του, καί τήν πνευματική ἀπό τήν ἄλλη, μέ τήν ὁποία ἀναγνώρισε κι ὁμολόγησε τό Δημιουργό του κόσμου.
Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς