(Γράφει ο πρωτοπρεσβύτερος π. Γεώργιος Δ. Μεταλληνός)

Σε τελευταία ανάλυση αυτό που βαρύνει στη δικαιοδοσία ενός (Αρχι)επισκόπου, δεν είναι κάποιο «πρωτείο εξουσίας, που διεκδικούμενο αποδεικνύει εσωτερική πτώση και εφάμαρτη φιλαρχία, αλλά το «πρωτείον αληθείας», που συνδέεται με την ορθοδοξία του φρονήματος του επισκόπου (αλλά και κάθε κληρικού), με την πιστότητά του δηλαδή στην αποστολικοπατερική παράδοση.
Με αυτή την προϋπόθεση «πρωτείο αληθείας» στην Α Οἰκουμενική Σύνοδο (325 μ.Χ.) είχαν οι ταπεινοί Άγιοι Σπυρίδων και Νικόλαος, που ήσαν επίσκοποι μικρών πόλεων. Αλλά και στην Γ Οἰκουμενική Σύνοδο (Έφεσος, 431) το «πρωτείον αληθείας» δεν είχε ο αιρετικός αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως Νεστόριος, αλλά πολλοί ορθόδοξοι κληρικοί και μοναχοί, ως και λαϊκοί, και κυρίως ο αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας Κύριλλος.
Μέγας και Πρώτος στην Ορθοδοξία είναι εκείνος, που μένει πιστός στην Ορθοδοξία των Οικουμενικών Συνόδων και όλων των Αγίων, πέρα από κατασκευασμένες «μεταπατερικές θεολογίες» και μεταφυσικά εφευρήματα αφώτιστης διανόησης, που τολμούν όμως να εμφανίζονται ως συνέχεια της πατερικής θεολογίας και παραδόσεως, ενώ συνιστούν κατάφωρη άρνησή της.
Αυτό το «πρωτείο» γνωρίζει η αποστολικοπατερική Ορθοδοξία και σ’ αυτό το «πρωτείο», θα μένουν πιστοί οι Ορθόδοξοι. Διότι όπου και όταν υπάρχει το «πρωτείον αληθείας», τότε και τα «πρεσβεία τιμής» -κανονικά καταξιωμένα και απαράβατα στην Ορθοδοξία- γίνονται από κληρικούς και λαϊκούς, με ορθόδοξο φρόνημα, σεβαστά και αστασίαστα. Αντίθετα, η ανυπακοή στους οιουσδήποτε «πρωτειομανείς» (κατά τον αγαπητό μου κ. Γεώργιο Καραλή) είναι για τους πιστούς Ορθοδόξους καθήκον ιερό και απαράβατο.